Η άδεια BSD είναι προτιμότερη για τη μεταφορά ερευνητικών αποτελεσμάτων έτσι που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μεγάλο εύρος εφαρμογών, μεγιστοποιώντας το όφελος της οικονομίας από αυτά. Γι' αυτό πρέπει οι οργανώσεις που χρηματοδοτούν ερευνητικά έργα, όπως η NSF, ONR και DARPA, να ενθαρρύνουν τη χρήση μιας άδειας τύπου BSD. Μια τέτοια άδεια είναι ιδανική τόσο για τα πρώτα στάδια ενός ερευνητικού έργου, όσο και για τα προγράμματα, τα δεδομένα και το υλικό που χρησιμοποιείται. Οι χρηματοδότες οργανισμοί θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνουν τη χρήση ανοιχτών προτύπων και ανοιχτών συστημάτων, τα οποία υλοποιούνται με βάση υπάρχοντα ανοιχτά συστήματα και ανοιχτά πρότυπα.
Η πολιτική των κυβερνήσεων πρέπει να ελαχιστοποιεί το κόστος και τα προβλήματα της μετάβασης από ερευνητικό σε εφαρμοσμένο στάδιο. Όταν αυτό είναι δυνατόν, η χρηματοδότηση μιας ερευνητικής εργασίας θα πρέπει να απαιτεί τη διαθεσιμότητα των αποτελεσμάτων με βάση μια άδεια που επιτρέπει και την εμπορική χρήση των αποτελεσμάτων — όπως οι άδειες τύπου BSD.
Σε πολλές περιπτώσεις μια άδεια τύπου BSD και οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της στη διαθεσιμότητα και τις εν δυνάμει χρήσεις του λογισμικού ταιριάζουν πιο καλά με τους στόχους ενός ερευνητικού πανεπιστημιακού προγράμματος, από ότι μια κλειστή πανεπιστημιακή άδεια ή μια άδεια βασισμένη σε πατέντες. Η μέχρι τώρα εμπειρία έχει δείξει ότι μερικές φορές τα πανεπιστήμια έχουν περισσότερα να κερδίσουν και, σε βάθος χρόνου, αμοίβονται καλύτερα όταν δημοσιεύουν τα αποτελέσματα των ερευνών τους και αναζητούν δωρεές από επιτυχημένους απόφοιτους.
Οι εταιρείες έχουν καταλάβει πλέον ότι η δημιουργία de facto προτύπων είναι μια καλή τεχνική προβολής. Μια άδεια τύπου BSD μπορεί να λειτουργήσει άνετα με τέτοιο τρόπο, ειδικά όταν μια εταιρεία έχει το πλεονέκτημα να οδηγεί τις εξελίξεις ενός συστήματος. Η άδεια είναι ελκυστική από νομικής πλευράς σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό, και την ίδια στιγμή η εμπειρία μιας εταιρείας με το συγκεκριμένο σύστημα εξασφαλίζει ότι θα έχει τον έλεγχο σε ότι αφορά στην ανάπτυξη και εξέλιξη του συστήματος. Μερικές φορές μπορεί να παίξει τον ίδιο ρόλο στη δημιουργία de facto προτύπων και κάποια άλλη άδεια, όπως η GPL, ειδικά όταν υπάρχει λόγος να καθυστερήσουν ή να έχουν διάφορα εμπόδια οι ανταγωνιστές. Η GPL όμως δημιουργεί άλλου είδους προβλήματα στην προώθηση ενός προτύπου, επειδή ενθαρρύνει τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης σουίτας κι όχι ενός ανεξάρτητου, εμπορικά διαθέσιμου και βιώσιμου προτύπου. Η χρήση μιας σουίτας GPL προγραμμάτων δημιουργεί, από την άλλη, μια σειρά από προβλήματα και νομικές δυσκολίες σχετικά με την εμπορική χρήση ενός συστήματος. Ένα πραγματικά χρήσιμο τεχνικό πρότυπο δε θα 'πρεπε να δημιουργεί τέτοιου είδους προβλήματα ή να απαιτεί τον αποκλεισμό άλλων προτύπων για μη τεχνικούς λόγους.
Όσες εταιρείες ενδιαφέρονται να προωθήσουν κάποιο πρότυπο, το οποίο μπορεί να γίνει η βάση για τα εμπορικά προϊόντα μιας άλλης εταιρείας, πρέπει να είναι προσεκτικές με την άδεια GPL. Ανεξάρτητα από την άδεια που θα χρησιμοποιηθεί, κάθε σύστημα τείνει να περνάει στην κατοχή όποιου κάνει τις περισσότερες αλλαγές και καταλαβαίνει περισσότερο τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το συγκεκριμένο σύστημα. Το μόνο που προσθέτει συνήθως η άδεια GPL είναι νομικής φύσεως προστριβές.
Οι μεγάλες εταιρείες, στις οποίες αναπτύσσεται και Open Source λογισμικό, είναι καλό να γνωρίζουν ότι οι προγραμματιστές προτιμούν το Open Source λογισμικό επειδή παραμένει διαθέσιμο στον εργαζόμενο όταν αλλάζει εργοδότη. Μερικές εταιρείες ενθαρρύνουν κάτι τέτοιο, θεωρώντας το άλλη μια προσφορά της εταιρείας στον εργαζόμενο, ειδικά όταν το σχετικό λογισμικό δεν είναι στρατηγικής σημασίας για την ίδια την εταιρεία. Η όλη ιδέα είναι, βασικά, ένα είδος από «επίδομα» ή προσφορά της εταιρείας στον εργαζόμενο, το οποίο εμπεριέχει την πιθανότητα μελλοντικού κόστους για την εταιρεία αλλά δεν κοστίζει τίποτα με άμεσο τρόπο. Ένας τρόπος με τον οποίο ωφελείται μια εταιρεία όταν ενθαρρύνει τους εργαζόμενούς της να προσφέρουν σε έργα Open Source είναι η φήμη που κερδίζουν μεταξύ των συναδέλφων τους. Η ευκαιρία για κάτι τέτοιο είναι κι αυτή ένα είδος από «προσφορά» της εταιρείας στους εργαζόμενους, η οποία δεν έχει σχεδόν κανένα κόστος ή μειονέκτημα.
Οι μικρές εταιρείες, με έργα τα οποία είναι εύκολο να μείνουν ορφανά από συντηρητές αξίζει να χρησιμοποιήσουν κάποια άδεια τύπου BSD. Ανεξάρτητα από το μέγεθος που έχουν μια συγκεκριμένη στιγμή, όλες οι εταιρείες αξίζει να σκεφτούν τουλάχιστον την πιθανότητα να ιδρύσουν ένα έργο Open Source γύρω από ένα κομμάτι λογισμικού, ειδικά όταν ο σκοπός τους είναι η συνεργασία με άλλες εταιρείες με το ελάχιστο νομικό και οργανωτικό κόστος. Οι άδειες τύπου BSD ταιριάζουν πολύ καλά με αυτού του είδους τα έργα.
Οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί θα 'πρεπε να συμμετέχουν σε έργα Open Source όποτε είναι δυνατόν κάτι τέτοιο. Οι άδειες τύπου BSD είναι ιδανικές για τέτοιους οργανισμούς, επειδή μειώνουν στο ελάχιστο τα προβλήματα με τη χρήση του κώδικα. Οπότε είναι καλή ιδέα να τις προτιμούν οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί. Σε αντίθεση με τις απλές BSD άδειες, η άδεια GPL μπορεί να είναι πηγή προβλημάτων για τους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Σε μερικά μέρη όπου η εφαρμογή του νόμου μπορεί να κοστίσει πολλά χρήματα, η απλότητα των αδειών BSD σε σύγκριση με την άδεια GPL μπορεί να είναι σημαντικό πλεονέκτημα.
Αυτό το κείμενο, και άλλα κείμενα, μπορεί να βρεθεί στο ftp://ftp.FreeBSD.org/pub/FreeBSD/doc/.
Για ερωτήσεις σχετικά με το FreeBSD, διαβάστε την τεκμηρίωση πριν να επικοινωνήσετε με την
<questions@FreeBSD.org>.
Για ερωτήσεις σχετικά με αυτή την τεκμηρίωση, στείλτε e-mail στην <doc@FreeBSD.org>.